Τρίτη 20 Μαΐου 2008

Ντόπινγκ:Μια πρόταση ανατροπής

Για ακόμα μία φορά η ελληνική κοινωνία πρόσφατα «συγκλονίστηκε» με τις αποκαλύψεις ότι αθλητές μας χρησιμοποίησαν απαγορευμένες ουσίες για να μεγιστοποιήσουν τις επιδόσεις τους. Το ίδιο κατά καιρούς συμβαίνει στην πλειοψηφία των «αναπτυγμένων» κοινωνιών με κατά καιρός αποκαλύψεις ή και θανάτους γνωστών αθλητών που αποδίδονται στα αναβολικά.
Το θέμα έχει αναλυθεί διεξοδικά από αρμοδιότερους του γράφοντος, απλά εδώ θα σταθώ στην υποκριτική τάση της κοινωνίας στο σύνολό της, από όλους εμάς μέχρι τα ΜΜΕ και τους επίσημους φορείς που επιδιώκουμε ολοένα και υψηλότερες επιδόσεις. Βιομηχανίες στήνονται, η ζωοδότης διαφήμιση για τα ΜΜΕ παγκόσμια στηρίζεται ακριβώς σε αυτές και στους αθλητές ινδάλματα και ύστερα λέμε ότι απαγορεύονται οι ουσίες αυτές. Μα μόνο μια απλή λογική ερώτηση αρκεί για να αποκαλύψει το προφανές. Μέχρι ποιο σημείο είναι ανθρωπίνως δυνατό να φτάσουν οι αθλητικές επιδόσεις; Ως πού μπορούν να αποδοθούν στις βελτιωμένες πρακτικές προπόνησης, στη βελτιωμένη διατροφή, στην αθλητική τεχνολογία ή ακόμα και την εξέλιξη του ανθρωπίνου είδους; Και αν σταματήσει η βελτίωση των κάθε είδους ρεκόρ πώς θα στηριχτεί όλη αυτή η αθλητική βιομηχανία, πώς θα στηριχθούν και θα παραχθούν τα ποικίλα είδωλα; Μονόδρομος η χρήση των αναβολικών. Μονόδρομος η διακινδύνευση ζωών, η φαλκίδευση των διαφόρων αθλητικών-ολυμπιακών ιδεωδών.
Η απάντηση στο πρόβλημα πρέπει στη βάση της να έχει τη διεθνή και ομόθυμη αναγνώρισή του και την επιθυμία αντιμετώπισής του. Και ύστερα μπορούν να προταθούν δυο δρόμοι που θα μπορούσαν να δώσουν μια κάποια διέξοδο. Η πρώτη κινείται στα πλαίσια του ρεαλισμού και εμπεριέχει μικρότερες συγκρούσεις. Σύμφωνα με αυτή η χρήση αναβολικών αναγνωρίζεται ως υπάρχουσα και νομιμοποιείται, τίθεται στο φως της δημοσιότητας και του επίσημου επιστημονικού ελέγχου, έτσι ώστε τα διάφορα προϊόντα να γίνονται όσο το δυνατόν «ασφαλή». Έτσι σταματά η συνολική υποκρισία και η διακωμώδηση των πάλαι ποτέ υψηλών ιδεωδών και συμβιβαζόμαστε με την πραγματικότητα, με τους αθλητές να αναλαμβάνουν συνειδητά το ρίσκο τους και να μην κινδυνεύουν διαρκώς με δημόσια διαπόμπευση.
Σύμφωνα με την άλλη προτεινόμενη εκδοχή, πιο ουτοπική και ρομαντική καθώς προϋποθέτει μεγάλη διάθεση για ανατροπές και συγκρούσεις, ανατρέπουμε το υπάρχον σύστημα. Θα μπορούσαμε για παράδειγμα να μετράμε μόνο τις επιδόσεις σε κάθε αγώνα ξεχωριστά, χωρίς να γίνονται γενικές συγκρίσεις. Βραβεύονται κάθε φορά οι πρώτοι, χωρίς πια να μετράμε παγκόσμια ρεκόρ και τα συναφή. Οι συμμετέχοντες σε κάθε τουρνουά παίρνουν τα μετάλλια τους ανάλογα με τις επιδόσεις τους και τελεία.
Η άλλη περίπτωση θα ήταν ο «μηδενισμός» των επιδόσεων-ρεκόρ –τα οποία θα παραμείνουν φυσικά στην αθλητική ιστορία για τους ενδιαφερομένους- και το ξεκίνημα των μετρήσεων εξαρχής. Ξεκίνημα ενός δεύτερου κύκλου αθλητικής ιστορίας από κάποιο συμφωνημένο σημείο μηδέν! Έτσι και τα ρεκόρ θα μπορούν να συνεχίσουν να υπάρχουν, αλλά από νέα, πιο ανθρώπινα και λογικά επίπεδα που δε θα πιέζουν τους αθλητές για υπεράνθρωπες επιδόσεις.
Όλα τα παραπάνω βέβαια μπορεί να φαντάζουν ουτοπικά, είναι όμως κάποιες αφορμές για εκκίνηση σοβαρής συζήτησης. Ούτως ή άλλως προϋπόθεση για οποιαδήποτε αλλαγή είναι η δημόσια συζήτηση και η πάνδημη και ισχυρή απαίτηση –μέχρι σημείου μποϊκοτάζ- για ριζική εξυγίανση του χώρου, που αποτελεί άλλωστε και διέξοδο αλλά και πρότυπο για τις νεότερες γενιές.